σωφροσύνης πίστην ἔχειν περί τινος → to be persuaded of one's probity
πλαγιομάγαδις: ἡ, πλαγία μάγαδις, κατὰ διόρθωσιν Meineke ἀντὶ παλαιομάγαδις, ἐν Ἀθην. δειπνοσ. σ. 182d.
-άδεως, ἡ, Απλάγια μάγαδις.[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάγιος + μάγαδις «έγχορδο μουσικό όργανο»].