ἄδικον ἦν πλοῦτον ἔχειν παρὰ νόμον → it is unjust to have money against the law
Μεπίρρ. τοπ. στην ποίμνη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ποιμήν, -μένος + επιρρμ. κατάλ. -θι (πρβλ. αυτό-θι)].