ἐλάττω ἔχειν γῆν τὸν ἀγρὸν ἐπιστολῆς Λακωνικῆς → own a farm smaller than a Laconian letter, own a tiny farm
Full diacritics: ποτᾰμηνή | Medium diacritics: ποταμηνή | Low diacritics: ποταμηνή | Capitals: ΠΟΤΑΜΗΝΗ |
Transliteration A: potamēnḗ | Transliteration B: potamēnē | Transliteration C: potamini | Beta Code: potamhnh/ |
ἡ,
A River-goddess, Μήτηρ Supp.Epigr.6.556 (Yalovadj).
ἡ, Α
θεότητα του ποταμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποταμός (πρβλ. Πέργαμος Περγαμ-ηνή)].