αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
πτωχόνοια: ἡ, πτωχεία, ἔνδεια νοῦ, Ἐκκλ.
ἡ, Μ
έλλειψη νού, φτωχό μυαλό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πτωχός + -νοια (< -νους < νοῦς), πρβλ. μικρό-νοια].