ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time
Ν
1. φυτεύω πολλά δέντρα σε λίγο χώρο
2. (συν. η μτχ. παθ. παρακμ.) πυκνοφυτεμένος, -η, -ο
(για έκταση) αυτός που έχει πυκνή βλάστηση.