τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas
το / πωρίον, ΝΑ, και πουρί Ν πῶροςο πωρόλιθοςνεοελλ.η πέτρα τών δοντιών, τρυγίααρχ.μικρός κάλος.