πωρί

From LSJ

αἱ μέν ἀποφάσεις ἐπί τῶν θείων ἀληθεῖς, αἱ δέ καταφάσεις ἀνάρμοστοι τῇ κρυφιότητι τῶν ἀποῤῥήτων → as concerns the things of the gods, negative pronouncements are true, but positive ones are inadequate to their hidden character

Source

Greek Monolingual

το / πωρίον, ΝΑ, και πουρί Ν πῶρος
ο πωρόλιθος
νεοελλ.
η πέτρα τών δοντιών, τρυγία
αρχ.
μικρός κάλος.