θαρσεῖν χρὴ φίλε Βάττε: τάχ' αὔριον ἔσσετ' ἄμεινον → you need to be brave, dear Battus; perhaps tomorrow will be better | Take heart, dear Battos! Tomorrow will be better.
το, Ν
1. κάθε λαχανικό ή οποιοδήποτε άλλο είδος εδωδίμου που χρησιμεύει για την παρασκευή της σαλάτας
2. (κατ' επέκτ.) η σαλάτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. ενός επιθ. σαλατικός (< σαλάτα)].