σάλαγξ
From LSJ
Ψυχὴν ἔθιζε πρὸς τὰ χρηστὰ πράγματα → Ita tempera animum, ut rebus assuescat bonis → Gewöhne deine Seele nur an Nützliches
Ψυχὴν ἔθιζε πρὸς τὰ χρηστὰ πράγματα → Ita tempera animum, ut rebus assuescat bonis → Gewöhne deine Seele nur an Nützliches
Α
(κατά τον Ησύχ.) «ἰχθὺς ἀγαθὸς καὶ μεταλλικὸν σκεῡος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάλαξ, -ακος «κόσκινο τών μεταλλουργών», με εκφραστικό έρρινο ένθημα -γ-].