Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστοςἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
Menander, Monostichoi, 501
Greek Monolingual
ο, Ν (με ειρων. σημ.) (υποκορ. τ.) μικρόςσατράπης, άτομο που συμπεριφέρεται και ενεργεί σχεδόν σαν σατράπης. [ΕΤΥΜΟΛ.<σατράπης. Ο τ. μαρτυρείται από το 1845 στον Α. Ρ. Ραγκαβή].