Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος → Concinnat luctus suspicacem et miseria → Leichtgläubig ist ein Mann im Unglück und im Leid
ο, Ν
(με ειρων. σημ.) (υποκορ. τ.) μικρός σατράπης, άτομο που συμπεριφέρεται και ενεργεί σχεδόν σαν σατράπης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σατράπης. Ο τ. μαρτυρείται από το 1845 στον Α. Ρ. Ραγκαβή].