σουβενίρ

From LSJ
Revision as of 12:30, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (38)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Γυναικὸς ἐσθλῆς ἐπιτυχεῖν οὐ ῥᾴδιον → Certe invenire feminam haud facile est bonam → Ein braves Eheweib zu finden ist nicht leicht

Menander, Monostichoi, 94

Greek Monolingual

το, Ν
άκλ. κάθε αντικείμενο που θυμίζει κάτι, ενθύμιο, αναμνηστικό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. souvenir «θυμάμαι, ενθύμιο» (< λατ. subvenio «έρχομαι στον νου κάποιου»)].