συνεκφωνώ
From LSJ
πολλὰ δ' ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ' ἦλθον → and ever upward, downward, sideward, and aslant they went
Greek Monolingual
συνεκφωνῶ, -έω, ΝΜΑ ἐκφωνῶ
προφέρω μαζί, εκφωνώ ταυτοχρόνως
αρχ.
αναφωνώ συγχρόνως («ἅμα δὲ αὐτοῡ λήγοντος συνεξεφώνησεν ὁ οἰκέτης», Αχιλλ.Τάτ.).
Greek Monolingual
συνεκφωνῶ, -έω, ΝΜΑ ἐκφωνῶ
προφέρω μαζί, εκφωνώ ταυτοχρόνως
αρχ.
αναφωνώ συγχρόνως («ἅμα δὲ αὐτοῡ λήγοντος συνεξεφώνησεν ὁ οἰκέτης», Αχιλλ.Τάτ.).