φοβέστρατος

From LSJ
Revision as of 12:50, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (45)

ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φοβέστρᾰτος Medium diacritics: φοβέστρατος Low diacritics: φοβέστρατος Capitals: ΦΟΒΕΣΤΡΑΤΟΣ
Transliteration A: phobéstratos Transliteration B: phobestratos Transliteration C: fovestratos Beta Code: fobe/stratos

English (LSJ)

ον, = foreg., αἰγίς, of Athena, Hes.Th.ap.Chrysipp.Stoic.2.257, cf. EM797.54.

German (Pape)

[Seite 1294] Kriegsschaaren schreckend, Hes. frg. im E. M. 797, 54, von der Aegis.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(ως προσωνυμία της θεάς Αθηνάς) (κατά το Μέγα Ετυμολογικόν) αυτή που τρέπει σε φυγή τα αντίπαλα στρατεύματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φοβῶ + στρατός (πρβλ. ἀγέ-στρατος, δεξί-στρατος). Η μορφή του α' συνθετικού αναλογικά προς το αρχε-].