Λόγος διοικεῖ τὸν βροτῶν βίον μόνος → Mortalium res sola regit oratio → Der Menschen Leben ordnet Redekunst allein
-ές, Ααυτός που τέρπεται με τη χάρη.[ΕΤΥΜΟΛ. < χάρις + -τερπής (< τέρπω, -ομαι), πρβλ. θυμο-τερπής].