Καλὸν δὲ καὶ γέροντι μανθάνειν σοφά → Addiscere aliquid digna res etiam seni → Auch einem Greis ist etwas Weises lernen Zier
Full diacritics: ὑπηνόβῐος | Medium diacritics: ὑπηνόβιος | Low diacritics: υπηνόβιος | Capitals: ΥΠΗΝΟΒΙΟΣ |
Transliteration A: hypēnóbios | Transliteration B: hypēnobios | Transliteration C: ypinovios | Beta Code: u(phno/bios |
ον,
A living by his beard, i.e. by bullying, Pl.Com.124.
ὑπηνόβιος: -ον, ὁ καθ’ ὅλον τὸν βίον γενειάζων, Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Πρέσβεσι» 2.
-ον, Α
αυτός που σε ολόκληρη τη ζωή του διατηρεί γενειάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπήνη + -βιος (< βίος), πρβλ. νυκτό-βιος].