φωτοσύνθεση

Revision as of 12:53, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (46)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η, Ν
1. βιολ. διεργασία με την οποία τα πράσινα φυτά και ορισμένοι μικροοργανισμοί μετατρέπουν τη φωτεινή ενέργεια σε χημική ενέργεια, διεργασία κατά την οποία η φωτεινή ενέργεια δεσμεύεται και χρησιμοποιείται για τη μετατροπή του νερού, του διοξειδίου του άνθρακα και τών ανόργανων στοιχείων σε οξυγόνο και σε πλούσιες σε ενέργεια οργανικές ενώσεις
2. (τυπογρ.) (καταχρ.) φωτοστοιχειοθεσία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. photosynthesis < φωτ(ο)- + σύνθεση].