γενέται καὶ πατρὶς ἔχουσιν ὀστέα → my parents and my fatherland have my bones
η, Νχημ. η χημική ρόφηση.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. chemisorption < chemi- (< χημειο-) + sorption «ρόφηση»].