χαμαιμύρτη
From LSJ
English (LSJ)
ἡ, = foreg., dub. l. in Dsc.4.144.
Greek (Liddell-Scott)
χᾰμαιμύρτη: ἡ, = τῷ προηγ., ὕποπτον παρὰ Διοσκ. (ἐν τοῖς Νόθ.) 4. 146.
Greek Monolingual
ἡ, Α
(αμφβλ. τ.) χαμαιμυρσίνη.
Full diacritics: χᾰμαιμύρτη | Medium diacritics: χαμαιμύρτη | Low diacritics: χαμαιμύρτη | Capitals: ΧΑΜΑΙΜΥΡΤΗ |
Transliteration A: chamaimýrtē | Transliteration B: chamaimyrtē | Transliteration C: chamaimyrti | Beta Code: xamaimu/rth |
ἡ, = foreg., dub. l. in Dsc.4.144.
χᾰμαιμύρτη: ἡ, = τῷ προηγ., ὕποπτον παρὰ Διοσκ. (ἐν τοῖς Νόθ.) 4. 146.
ἡ, Α
(αμφβλ. τ.) χαμαιμυρσίνη.