τὸν νέον τίνα οἴει καρδίαν ἴσχειν → what do you think are his feelings
adv.durement, cruellement, difficilement, avec peine;Sp. σχετλιώτατα.Étymologie: σχέτλιος.
Αεπίρρ. βλ. σχέτλιος.