ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
το, Νναυτ. το εσωτρόπιο.[ΕΤΥΜΟΛ. < εσωτρόπι(ον) (< έσω + τρόπις), με σίγηση του αρκτικού άτονου ε-].