Εὐχῆς δικαίας οὐκ ἀνήκοος θεός → Numquam deus surdescit ad iustas preces → Der angemessnen Bitte öffnet Gott sein Ohr
ἀξιόσκεπτος, -ον (Α)ο υπολογίσιμος.[ΕΤΥΜΟΛ. < άξιος + -σκεπτός < σκέπτομαι (πρβλ. άσκεπτος, εύσκεπτος κ.ά.)].