ὑπερέπτα
From LSJ
Ἡ κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel
English (LSJ)
A v. ὑπερπέτομαι.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερέπτα: ἴδε ὑπερπέτομαι.
Greek Monotonic
ὑπερέπτα: γʹ ενικ. Ενεργ. αορ. βʹ του ὑπερπέτομαι.