ὑπερέπτα
From LSJ
Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt
English (LSJ)
v. ὑπερπέτομαι.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερέπτα: ἴδε ὑπερπέτομαι.
Greek Monotonic
ὑπερέπτα: γʹ ενικ. Ενεργ. αορ. βʹ του ὑπερπέτομαι.