φαιλόνης
From LSJ
Ἀδώνι' ἄγομεν καὶ τὸν Ἄδωνιν κλᾴομεν → We conduct the rites of Adonis, we weep for Adonis (Pherecrates, fr. 170)
English (LSJ)
A = φαινόλης, 2 Ep.Ti.4.13 (wrongly expld. by γλωσσόκομον, εἰλητάριον μεμβράϊνον, Hsch.); written φελόνης in PFay.347 (ii A. D.), v.l. in 2 Ep.Ti. l.c.:—Dim. φαιλόνιον POxy.933.30 (ii A. D.); written φ[ε]λόνιον in PGen.80.14 (iv A. D.).
Greek Monolingual
και φελόνης και φελώνης, ὁ, Α
χοντρό πανωφόρι, φαινόλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φαινόλης με αντιμετάθεση τών συμφώνων κατ' επίδραση τών ονομ. σε -όνη, -όνιον, που δηλώνουν όργανο (πρβλ. περ-όνη, πρι-όνιον)].
Russian (Dvoretsky)
φαιλόνης: ου ὁ NT v. l. = φαινόλης.