ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
adv.avec calme ou sérénité.Étymologie: γαλερός.
γᾰλερῶς: спокойно, в свое удовольствие (πίνειν Anth. - v. l. γὰρ ἐρᾷς).