περιῄδη

From LSJ
Revision as of 10:48, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (nl)

πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do

Source

Greek (Liddell-Scott)

περιῄδη: Ἀττ. ὑπερσ. τοῦ περίοιδα.

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. pqp. de περίοιδα.

English (Autenrieth)

see περίοιδα.

Greek Monotonic

περιῄδη: Αττ. υπερσ. του περίοιδα.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περιῄδη indic. plqperf. van περιεῖδον.