ἱροφάντης
From LSJ
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
English (LSJ)
ὁ, Ion. for ἱεροφ-.
Greek (Liddell-Scott)
ἱροφάντης: ὁ, Ἰων. ἀντὶ ἱεροφάντης.
French (Bailly abrégé)
ion. c. ἱεροφάντης.
Greek Monolingual
ἱροφάντης, ὁ (Α)
ιων. τ. του ιεροφάντης.
Greek Monotonic
ἱροφάντης: ὁ, Ιων. αντί ἱεροφάντης.
Russian (Dvoretsky)
ἱροφάντης: ου ὁ ион. = ἱεροφάντης.