λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk
adv.sans danger.Étymologie: ἀκίνδυνος.
ἀκινδύνως: (ῡ) в безопасности, безопасно (οἰκεῖν Thuc.; ζῆν Xen.; διαπορευθῆναι ἐπὶ ὀχήματος Plat.; λύειν τὸν πόλεμον Plut.).