ἀνάνδρως
From LSJ
ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργός τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη → The three cities I love best are Argos, Sparta, and Mycenae of the broad streets
French (Bailly abrégé)
adv.
non virilement, lâchement.
Étymologie: ἄνανδρος.
Russian (Dvoretsky)
ἀνάνδρως: немужественно, малодушно Plat., Plut.: ἀ. διακεῖσθαι или ἔχειν Isocr. быть малодушным.