θεσμοθέσιον

From LSJ
Revision as of 21:52, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (2b)

ταυτὶ γὰρ συκοφαντεῖσθαι τὸν Ἕκτορα ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου → that is a false charge brought against Hector by Homer

Source

German (Pape)

[Seite 1203] τό, VLL. u. Scholl., Erkl. von πρυτανεῖον; auch θεσμοθετεῖον, τό, Plut. Qu. S. 1, 1, 2, eigtl. die Halle, wo sich die Thesmotheten versammeln.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
lieu de réunion des thesmothètes.
Étymologie: θεσμοθέτης.

Greek Monolingual

θεσμοθέσιον, τὸ (Α) θεσμοθετώ
βλ. θεσμοθετείον.

Russian (Dvoretsky)

θεσμοθέσιον: τό Plut. = θεσμοθετεῖον.