ὁλοσχερῶς
From LSJ
αὔριον ὔμμε πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake
adv.
en totalité, en bloc, en général.
Étymologie: ὁλοσχερής.
ὁλοσχερῶς: adv. целиком, полностью, совершенно (διακεῖσθαι πρός τι Isocr.).