πόσι
From LSJ
Δοῦλος πεφυκὼς εὐνόει τῷ δεσπότῃ → Hero bene cupias servitutem serviens → Sei deinem Herrn, bist du auch Sklave, wohlgesinnt
Δοῦλος πεφυκὼς εὐνόει τῷ δεσπότῃ → Hero bene cupias servitutem serviens → Sei deinem Herrn, bist du auch Sklave, wohlgesinnt
το, Ν
κεντητό κάλυμμα του κεφαλιού, κεντητός σκούφος, που φορούσαν συνήθως οι αρματολοί.
πόσι: ион. Her. dat. к πόσις I.