γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want
inf. ao.2 de τυγχάνω.
τυχεῖν: inf. aor. 2 к τυγχάνω.
τυχεῖν inf. aor. van τυγχάνω.