Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
περιστοιχίζομαι: Μέσ., περικυκλώνω όπως με δίχτυα, λέγεται για στράτευμα που βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας, σε Δημ.
Mid. to surround as with toils or nets, of a besieging army, Dem.