δεῖος
From LSJ
ἀρχὴ παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις → the beginning of education is the examination of names, the beginning of philosophical education is the examination of names, the beginning of all education is the investigation of names
Greek (Liddell-Scott)
δεῖος: τό, Ἐπ. ἀντὶ τοῦ δέος (ὡς κλεῖος ἀντὶ τοῦ κλέος), χλωροὶ ὑπαὶ δείους Ἰλ. Ο. 4.
French (Bailly abrégé)
(τό) :
épq.
c. δέος.
Greek Monotonic
δεῖος: τό, Επικ. αντί δέος, σε Ομήρ. Ιλ.
Russian (Dvoretsky)
δεῖος:
I только gen. δείους τό Hom. = δέος.
II ὁ дий (один из музыкальных ладов) Plut.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δεῖος zie δῖος.