жалобный
From LSJ
Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn
Russian > Greek
ὀδυρτικός, οἰκτρός, οἰκτρόγοος, ὀλοφυδνός, αἴλινος, ἐπίκλαυτος, μινυρός, φιλόδυρτος, γοερός, θρηνώδης, γοεδνός, γοώδης