Νικᾷ παλαιὰς χάριτας ἡ νέα χάρις → Officia vetera vincit officium novum → Die neue Gunst besiegt den alten Gunsterweis
λακίς ;; ἄμυγμα ;; σπαραγμός ;; κατάδρυμμα ;; σκυλμός