P. and V. κακόν, τό, Ar. and V. πόνος, ὁ, or pl., μόχθος, ὁ, or pl.. V. ἆθλος. ὁ, or pl.
hardships: P. and V. πάθη, τά, παθήματα, τά, κακά. τά, V. τὰ δύσφορα, τὰ δυσφόρως ἔχοντα, μοχθήματα, τά, παθαί, αἱ.
think it a hardship: P. δεινὸν ποιεῖσθαι, Ar. δεινὰ ποιεῖν.