μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ἴσθι καλός → Don't beautify your face, but be beautiful in your habits (Thales, in Diog. Laertius 1.37)
Full diacritics: σχημᾰτόδεσμος | Medium diacritics: σχηματόδεσμος | Low diacritics: σχηματόδεσμος | Capitals: ΣΧΗΜΑΤΟΔΕΣΜΟΣ |
Transliteration A: schēmatódesmos | Transliteration B: schēmatodesmos | Transliteration C: schimatodesmos | Beta Code: sxhmato/desmos |
ὁ, a kind of
A bandage, Orib.45.18.5.
σχηματόδεσμος: ὁ, εἶδος ἰατρικοῦ περιδέσμου, Ὀρειβάσ. σ. 52 Mai.
ὁ, Α
ιατρ. είδος επιδέσμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σχῆμα, -ήματος + δεσμός.