ὑποφθορεύς

From LSJ
Revision as of 10:05, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten

Menander, Monostichoi, 432
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποφθορεύς Medium diacritics: ὑποφθορεύς Low diacritics: υποφθορεύς Capitals: ΥΠΟΦΘΟΡΕΥΣ
Transliteration A: hypophthoreús Transliteration B: hypophthoreus Transliteration C: ypofthoreys Beta Code: u(pofqoreu/s

English (LSJ)

έως, ὁ,

   A corrupter, seducer, Gloss.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποφθορεύς: έως, ὁ, ὁ ὑπούλως διαφθείρων, ὕπουλος διαφθορεύς, Γλωσσ.

Greek Monolingual

-έως, ὁ, Α
αυτός που διαφθείρει ύπουλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + φθορεύς (< φθορά < φθείρω), πρβλ. δια-φθορεύς.