ἐκθάρρησις
From LSJ
Φιλίας δοκιμαστήριον ὁ χωρισμὸς φίλων → Probas amicum, ab eo si longe absies → Der Freundschaft Probe ist die Trennung von dem Freund
English (LSJ)
εως, ἡ,
A full confidence, Porph.Abst.1.50.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκθάρρησις: -εως, ἡ, πλήρης, τελεία πεποίθησις, Πορφύριος π. Ἀποχ. Ἐμψύχ. 1. 50.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ confianza, seguridad Porph.Abst.1.50.
Greek Monolingual
ἐκθάρρησις, η (Μ)
απόλυτη πεποίθηση.