ἑκατονταετηρίς

Revision as of 15:15, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

English (LSJ)

ίδος, ἡ,

   A period of 100 years, Pl.R.615a.

German (Pape)

[Seite 752] ίδος, ἡ, das Jahrhundert, Plat. Rep. X, 615 a.

Greek (Liddell-Scott)

ἑκᾰτονταετηρίς: -ίδος, ἡ, περίοδος ἑκατὸν ἐτῶν, τοῦτο δὲ εἶναι κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην Πλάτ. Πολ. 615Α.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
période de cent ans.
Étymologie: ἑκατόν, ἔτος.

Spanish (DGE)

-ίδος, ἡ
período de cien años, siglo κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην Pl.R.615a, cf. Cat.Cod.Astr.5(2).136.21.

Greek Monotonic

ἑκᾰτονταετηρίς: -ίδος, ἡ (ἔτος), περίοδος εκατό ετών, σε Πλάτ.

Russian (Dvoretsky)

ἑκατονταετηρίς: ίδος ἡ столетие Plat.

Middle Liddell

ἑκᾰτοντα-ετηρίς, ίδος ἔτος
a term of 100 years, Plat.