Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
P. and V. παράγειν, ἀπατᾶν, ἐξαπατᾶν, ὑπέρχεσθαι, Ar. and V. δολοῦν, V. παραπατᾶν, φηλοῦν, P. παρακρούεσθαι. γοητεύειν.
charm: P. and V. κηλεῖν.
lead astray: P. and V. πλανᾶν (Plato).