decapitate
From LSJ
Τὰ χρήματ' ἀνθρώποισιν εὑρίσκει φίλους → Invenit amicos hominibuspecunia → Was den Menschen Freunde findet, ist das Geld
English > Greek (Woodhouse)
verb transitive
P. ἀποτέμνειν τὴν κεφαλήν (τινός), V. καρατομεῖν, αὐχενίζειν, κάρα τέμνειν (τινός), κρᾶτα τέμνειν (τινός), κάρα θερίζειν (τινός).