Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz
P. and V. σύμβασις, ἡ, συνθήκη, ἡ, or pl., σύνθημα, τό. P. ὁμολογία, ἡ.