εὐσημία

From LSJ
Revision as of 20:45, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

ἡδονὴ μὲν γὰρ ἁπάντων ἀλαζονίστατον → pleasure is the greatest of impostors, pleasure is the most shameless thing of all

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐσημία Medium diacritics: εὐσημία Low diacritics: ευσημία Capitals: ΕΥΣΗΜΙΑ
Transliteration A: eusēmía Transliteration B: eusēmia Transliteration C: efsimia Beta Code: eu)shmi/a

English (LSJ)

ἡ,    A good prognostic, Hp.Epid.6.2.17 (-είη Gal. adloc.).    2 favourable omen, Arist.Ath.44.4.    3 generally, favourable sign, PMasp.9ii28 (vi A.D.).

Greek (Liddell-Scott)

εὐσημία: Ἰων. -ίη, ἡ, καλὴ πρόγνωσις, καλὸν σημεῖον, Ἱππ. 1170 (ἴδε Littré 5. σελ. 286)· πρβλ. διοσημία, ἴδε καὶ Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 407.

Greek Monolingual

εὐσημία, ἡ (Α) εύσημος
1. καλή πρόγνωση, πρόγνωση για υποχώρηση νόσου
2. καλός οιωνός
3. (γενικά) ευνοϊκό σημείο.