τρίγων

From LSJ
Revision as of 09:05, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht

Menander, Monostichoi, 236
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρίγων Medium diacritics: τρίγων Low diacritics: τρίγων Capitals: ΤΡΙΓΩΝ
Transliteration A: trígōn Transliteration B: trigōn Transliteration C: trigon Beta Code: tri/gwn

English (LSJ)

ωνος, ὁ, prob.    A a game at ball (cf. Lat. trǐgon), Hdn.Gr.1.23.

Greek (Liddell-Scott)

τρίγων: -ωνος, ὁ, ἐν Χοιροβ. Καν. σ. 74, πιθαν. παιδιὰ διὰ σφαίρας, σφαιρισμός, πρβλ. Bentl. εἰς Ὁρατ. 1 Sat. 6, 126.

Greek Monolingual

-ωνος, ὁ, Α
πιθ. παιχνίδι με σφαίρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. trigon, -onis «είδος μικρής σφαίρας για παιχνίδι» (< τρίγωνον, λόγω του ότι το παιχνίδι παιζόταν σε τριγωνικό χώρο)].