ψαυστέον
From LSJ
Τὰ θνητὰ πάντα μεταβολὰς πολλὰς ἔχει → Mortalium res plurimas capiunt vices → Was sterblich ist, kennt alles viele Umschwünge
English (LSJ)
A one must touch, Antyll. ap. Orib.10.23.23.
Greek (Liddell-Scott)
ψαυστέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ψαύσῃ, Ἄντυλλ. παρ’ Ὀρειβασ. 2. 436, Dar.