ἑδραίωσις
From LSJ
Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn
English (LSJ)
εως, ἡ, A establishing, Tz.Il.120.11.
Greek (Liddell-Scott)
ἑδραίωσις: ἡ, στερέωσις Τζέτζ. ἐξηγ. Ἰλ. σ. 120, 11.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 establecimiento, fundamento Eust.1304.15.
2 fig. firmeza, estabilidad τῆς ψυχῆς Ephr.Syr.1.324A.